Όπερα μπαρόκ με Πρόλογο και 5 πράξεις
Ποιητικό κείμενο: Alessandro Striggio
Σκηνοθεσία-Μετάφραση υποτίτλων: Θάνος Παπακωνσταντίνου
Μεταγραφές, Διασκευές, Live electronics: Πάνος Ηλιόπουλος
Σκηνικά-Κοστούμια: Νίκη Ψυχογιού
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Κίνηση: Ίριδα Κυριακοπούλου
Μουσική διδασκαλία: Μάρκελλος Χρυσικόπουλος
Πάνος Ηλιόπουλος
Βοηθοί σκηνοθέτη: Κωνσταντίνα Ψωμά
Βασίλης Βηλαράς
Βοηθός σκηνογράφου: Μάριος Παναγιώτου
Βοηθός ενδυματολόγου: Κωνσταντίνα Παπακωνσταντίνου
Ηχητικός σχεδιασμός: Κατερίνα Βάμβα
Γλυπτική: Κατερίνα Ανδρέου
Ορφέας: Juan Sancho
Η Μουσική & Ιέρεια του Διονύσου: Θεοδώρα Μπάκα
Βοσκός: Χρήστος Κεχρής
Nύμφη: Ειρήνη Μπιλίνη
Eυρυδίκη: Αναστασία Κότσαλη
Αγγελιοφόρος: Σοφία Πάτση
Η Ελπίδα: Λένια Ζαφειροπούλου
Χάροντας: Μάριος Σαραντίδης
Περσεφόνη: Μαρία Παλάσκα
Πλούτωνας: Πέτρος Μαγουλάς
Πρωθιέρεια του Διονύσου: Σαβίνα Γιαννάτου
Χορός (Βοσκοί, Νύμφες, Πνεύματα του Κάτω Κόσμου, Μαινάδες):
Ιωάννα Βούλγαρη, Ζαχαρίας Γουέλα, Ειρήνη Ζαφειροπούλου, Αφροδίτη Καποκάκη,
Αντώνης Καρναβάς, Εριφύλη Κιτζόγλου, Χριστίνα Κυπραίου, Μάριο Μπανούσι, Γιώργος Μπουφίδης,
Κατερίνα Νταλιάνη, Θησέας Παπαπαναγιώτου, Μαντώ Παπαρηγοπούλου,
Δήμητρα Παρασκελίδου, Μιχάλης Πητίδης, Χρήστος Πούλος Ρένεσης, Ναταλία Σουίφτ,
Δέσποινα Σταυρίδη, Φώτης Στρατηγός, Γιάννης Τομάζος
Σύνολο Παλαιάς Μουσικής Latinitas Nostra
Μουσική διεύθυνση: Μάρκελλος Χρυσικόπουλος
ΣΥΝΟΨΗ
Η Μουσική, η αλληγορική ενσάρκωση της μουσικής, αναγγέλλει το δράμα του Ορφέα, που κατέκτησε τον Κάτω Κόσμο με τη λύρα και το τραγούδι του.
ΠΡΩΤΗ ΠΡΑΞΗ
Ο Ορφέας έχει παντρευτεί την Ευρυδίκη. Ένας βοσκός τού ζητά να εκφράσει τραγουδώντας την ευτυχία του και αυτός ανταποκρίνεται, απευθύνοντας έναν ύμνο στον Ήλιο. Η Ευρυδίκη τραγουδάει κι αυτή τον έρωτά της για τον Ορφέα. Οι βοσκοί και οι νύμφες προτείνουν να πάνε στο ναό, για να προσφέρουν θυσία στους θεούς και ευχαριστίες για την ευτυχία του ζεύγους.
ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΡΑΞΗ
Μαζί με τους βοσκούς και τις νύμφες, ο Ορφέας υμνεί την πατρίδα του, την Αρκαδία, τον προσφιλή τόπο διαμονής των θεών του δάσους. Η χαρά του για την ευτυχισμένη τροπή της μοίρας διακόπτεται από ένα τρομερό νέο: η Ευρυδίκη είναι νεκρή. Ένα φίδι τη δάγκωσε στο πόδι και η κοπέλα πέθανε με το όνομά του στα χείλη. Οι νύμφες και οι βοσκοί ξεσπούν σε θρήνο, αλλά ο Ορφέας αποφασίζει να κατέβει στον Άδη και με το τραγούδι του να πείσει τον Πλούτωνα να του δώσει πίσω την Ευρυδίκη. Αν ο θεός του αρνηθεί αυτή τη χάρη, θα μείνει κι αυτός στον Άδη.
ΤΡΙΤΗ ΠΡΑΞΗ
Οδηγημένος από την Ελπίδα, ο Ορφέας φτάνει στις πύλες του Άδη. Η Ελπίδα δεν μπορεί να τον συνοδεύσει άλλο, καθώς το πέρασμα το φράζουν τα λόγια του Δάντη που είναι χαραγμένα στην είσοδο: «Αφήστε κάθε ελπίδα όσοι μπαίνετε εδώ». Ο Χάροντας, ο βαρκάρης που μεταφέρει τους νεκρούς από τη μια όχθη στην άλλη, κλείνει το δρόμο στον Ορφέα, αλλά εκείνος πιάνει τη λύρα του και ικετεύει τον περαματάρη να τον μεταφέρει στο βασίλειο του Πλούτωνα. Έτσι καταφέρνει να μαλακώσει τον Χάροντα και να τον κοιμίσει. Τότε μπαίνει στη βάρκα και περνάει το ποτάμι τραγουδώντας.
ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΡΑΞΗ
Η Περσεφόνη, συγκινημένη από το θρήνο του τραγουδιστή, ικετεύει τον σύζυγό της τον Πλούτωνα, για χάρη του έρωτα, να ξαναδώσει στον Ορφέα τη γυναίκα του. Ο Πλούτων υποχωρεί στις παρακλήσεις της και ελευθερώνει την Ευρυδίκη, με τον όρο να μη στραφεί ο Ορφέας να την κοιτάξει καθώς θα επιστρέφουν στον κόσμο των ζωντανών. Τραγουδώντας τον έπαινο της παντοδύναμης λύρας του, ο Ορφέας αρχίζει το ταξίδι της επιστροφής. Σε λίγο όμως αναρωτιέται αν η Ευρυδίκη έρχεται πίσω του, και γυρίζει να δει. Κοιτάζει την Ευρυδίκη στα μάτια, αλλά η ευτυχία του θα κρατήσει μόνο μια στιγμή. Γεμάτη θλίψη, εκείνη του απευθύνει τον τελευταίο χαιρετισμό, προτού ξανακατεβεί στον κόσμο των σκιών.
ΠΕΜΠΤΗ ΠΡΑΞΗ
Πίσω ξανά στις θρακικές πεδιάδες, ο Ορφέας ιστορεί τα βάσανά του στη Φύση. Οι βοσκοί και οι νύμφες δεν εμφανίζονται τώρα, μόνο η Ηχώ μοιράζεται την αγωνία του. Μια τελευταία φορά ο Ορφέας αφιερώνει το τραγούδι του και τον ήχο της λύρας του στη χαμένη και ασύγκριτη Ευρυδίκη, και ορκίζεται ποτέ να μην αγαπήσει ξανά. Εμφανίζονται οι Μαινάδες της Θράκης, ακόλουθες του Διονύσου, που αρχίζουν να κυνηγούν τον Ορφέα καθώς νιώθουν ότι τις έχει περιφρονήσει, και πάνω στο βακχικό τους όργιο τον διαμελίζουν.