Λυρικό δράμα σε τρεις πράξεις και πέντε σκηνές
Πρώτη παράσταση: Σκάλα του Μιλάνου, 25 Απριλίου 1926
Το έργο παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα με την ολοκληρωμένη μορφή του (τελικό ντουέτο και φινάλε Φ. Αλφάνο)
Ποιητικό κείμενο: Τζουζέππε Αντάμι, Ρενάτο Σιμόνι
εμπνευσμένο από το ομότιτλο δράμα του Κάρλο Γκότσι
Μετάφραση: Μαρία Λαϊνά
Σκηνοθετική πρόταση: Νίκος Πετρόπουλος
Σκηνική μεταφορά: Πάολο Πανίτσα
Σκηνικά – Κοστούμια: Νίκος Πετρόπουλος
Σχεδιασμός φωτισμών: Σέρτζιο Ρόσσι
Επιμέλεια κίνησης: Πέτρος Γάλλιας
Μουσική διδασκαλία: Δημήτρης Γιάκας
Τουραντότ: Τζοβάννα Καζόλλα
Καλάφ: Λάντο Μπαρτολίνι
Λιού: Αλθέα-Μαρία Παπούλια
Αλτούμ: Άλντο Ορσολίνι
Τιμούρ: Κάρλο Τσίνι
Πινγκ: Τάσης Χριστογιαννόπουλος
Πανγκ: Γιάννης Χριστόπουλος
Πονγκ: Νίκολα Πάμιο
Μανδαρίνος: Άρης Παπαγιαννόπουλος
Παιδική Χορωδία Ωδείου KODALY
Διεύθυνση: Μιχάλης Πατσέας
Χορωδία της Εθνικής Όπερας της Σόφιας
Διεύθυνση: Κρίστο Καζαντζίεφ
Κρατική Ορχήστρα Αθηνών
Διεύθυνση: Ντονάττο Ρεντσέττι
Βοηθός μαέστρου: Ντάριο Λουκαντόνι
9-17 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2003
ΑΙΘΟΥΣΑ ΦΙΛΩΝ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ
ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΟΜΜΑ 2003
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Νίκος Μανωλόπουλος
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ Νίκος Τσούχλος
Μάρθα Πανάκη οργάνωση παραγωγής
ΤΕΧΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Κώστας Χαραλαμπίδης
Τάκης Καρατουλιώτης εκτέλεση παραγωγής
Βαγγέλης Κουλούρης υπεύθυνος ήχου
Αντώνης Παναγιωτόπουλος υπεύθυνος φωτισμού
Βασίλης Αζίσης υπεύθυνος βίντεο
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΥΠΕΡΤΙΤΛΩΝ Αμαλία Παπαδοπούλου-Συμεωνίδου ΟΔΗΓΟΣ ΣΚΗΝΗΣ Αντιγόνη Νέτα ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΦΩΤΙΣΜΩΝ Δημήτρης Παπαδόπουλος ΤΕΧΝΙΚΟΙ ΗΧΟΥ Γιώργος Δημητρίου, Σέργιος Χαρατζάς ΤΕΧΝΙΚΟΙ ΒΙΝΤΕΟ Τάσος Δάβαρης, Κώστας Κανελλόπουλος ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΣΚΗΝΗΣ Παναγιώτης Αβραμίδης, Δημήτρης Αβραμίδης ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΣΚΗΝΗΣ Γιώργος Παπανικολάου, Βαγγέλης Τζιομάκας ΒΟΗΘΟΙ ΗΧΟΥ Γιάννης Ναζιρόπουλος, Γιάννης Κριθαριώτης ΒΟΗΘΟΙ ΦΩΤΙΣΜΩΝ Γιάννης Ρασιδάκις, Ευγένιος Τζαφέστας, Γιώργος Ανεστόπουλος, Παύλος Τσαμπάς, Δημήτρης Σερίφης ΒΟΗΘΟΙ ΒΙΝΤΕΟ Παντελής Μητάκος, Γιώργος Λέφας ΤΕΧΝΙΚΟΙ ΣΚΗΝΗΣ Γαλάτιος Γενεράλης, Ιάκωβος Δαρζέντας, Αρτέμης Συρίγος, Βασίλης Σπηλιώτης, Στέλιος Λαμπαδάριος ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟΥ Σοφία Κατσουλιέρη ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΒΕΣΤΙΑΡΙΟΥ Ελένη Μιχάλη ΒΟΗΘΟΣ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟΥ Αντωνία Τσούγγαρη ΒΟΗΘΟΣ ΒΕΣΤΙΑΡΙΟΥ Τώνια Μυριαγγού
Σ Υ Ν Ο Ψ Η
Α' ΠΡΑΞΗ
Πεκίνο. Μυθική εποχή. Η ψυχρή και πανέμορφη πριγκίπισσα Τουραντότ θα παντρευτεί, όπως ορίζει ο νόμος, τον μνηστήρα που θα απαντήσει σωστά στα τρία αινίγματα που θα του θέσει. Έως τώρα όλοι οι υποψήφιοι έχουν αποτύχει, και τιμωρία τους είναι ο αποκεφαλισμός.
Καθώς η όπερα αρχίζει, η Αυτοκρατορική Πόλη ετοιμάζεται να παρακολουθήσει τον αποκεφαλισμό του πρίγκιπα της Περσίας. Μέσα στο πλήθος εμφανίζεται ο Τιμούρ, ο πρώην βασιλιάς των Τατάρων, που έχει χάσει το θρόνο του. Είναι τυφλός και γέρος, και τον οδηγεί η πιστή του σκλάβα, η Λιου. Καθώς οι φρουροί σπρώχνουν με αγριότητα το πλήθος, ο Τιμούρ πέφτει χάμω. Ένας άγνωστος τον βοηθάει να σταθεί στα πόδια του, και τον αναγνωρίζει. Ο άγνωστος είναι ο γιος του Τιμούρ, που όλοι πίστευαν ότι πέθανε στη μάχη. Πατέρας και γιος μιλάνε κι ανταλλάσσουν αναμνήσεις· ο Τιμούρ διηγείται πώς τον φρόντισε η Λιου, και ο πρίγκιπας ρωτάει τη νεαρή σκλάβα για ποιον λόγο προσφέρθηκε να μοιραστεί τα βάσανα του πατέρα του. Με φωνή γεμάτη αγάπη, η Λιου απαντάει: «Γιατί μια μέρα μού χαμογέλασες».
Βγαίνει το φεγγάρι: η ώρα της εκτέλεσης έχει φτάσει. Το πλήθος ζητάει από την Τουραντότ να δείξει έλεος, αλλά εκείνη διατάζει τον δήμιο να συνεχίσει τη δουλειά του. Το πλήθος ακολουθεί τον δήμιο και τον μελλοθάνατο, και ο Τιμούρ, η Λιου και ο πρίγκιπας μένουν μόνοι τους στην πλατεία. Με την πρώτη ματιά που έριξε στην ψυχρή και όμορφη Τουραντότ, ο πρίγκιπας την έχει ερωτευτεί τρελά. Ο Τιμούρ και η Λιου προσπαθούν να τον μεταπείσουν, και το ίδιο κάνουν και οι τρεις κωμικές φιγούρες των αξιωματούχων –ο Πινγκ, ο Πονγκ και ο Πανγκ–, οι οποίοι εμφανίζονται μόλις ο πρίγκιπας ετοιμάζεται να χτυπήσει το γκονγκ, πράγμα που σημαίνει πως έχει παρουσιαστεί καινούριος υποψήφιος. Οι παρακλήσεις του Τιμούρ αποδεικνύονται μάταιες: ο πρίγκιπας χτυπάει το γκονγκ φωνάζοντας το όνομα της πριγκίπισσας.
Β' ΠΡΑΞΗ
Ο Πινγκ, ο Πονγκ και ο Πανγκ συναντιούνται και θρηνούν για την άθλια κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το κράτος στην πόλη του Πεκίνου, όπου οι εκτελέσεις των μνηστήρων ολοένα πληθαίνουν. Νοσταλγούν την εξοχή, όπου όλοι τους θα ήθελαν να επιστρέψουν.
Είναι όμως ώρα να αντιμετωπίσει την ύστατη δοκιμασία ο πρίγκιπας. Ο ηλικιωμένος αυτοκράτορας, ο Αλτούμ, προσπαθεί να αποτρέψει την ορμή της νιότης, αλλά ο πρίγκιπας είναι ανένδοτος. Εμφανίζεται η Τουραντότ και ορκίζεται πως ποτέ δεν θα παντρευτεί κανέναν, γιατί έτσι παίρνει εκδίκηση για την προγιαγιά της, τη Λου-λινγκ, που έπεσε στα χέρια των Τατάρων αιώνες πριν. Η Τουραντότ διατυπώνει, το ένα μετά το άλλο, τα αινίγματα, ο πρίγκιπας απαντάει σωστά σε όλα. Νικημένη, η Τουραντότ ικετεύει τον πατέρα της να μην τη δώσει στον ξένο, αλλά ο αυτοκράτορας επιμένει ότι ο όρκος είναι ιερός και πρέπει να τηρηθεί. Τελικά η πριγκίπισσα απευθύνεται στον πρίγκιπα και τον ρωτάει αν επιθυμία του είναι να την παντρευτεί ακόμα κι έτσι, με το ζόρι. Ο πρίγκιπας απαντάει ότι δεν θέλει παρά τον έρωτά της, και προσφέρεται να την απαλλάξει από τον όρκο της εάν εκείνη βρει, έως την αυγή, πώς τον λένε.
Γ΄ ΠΡΑΞΗ
Όλο το Πεκίνο μένει ξάγρυπνο, αφού η πριγκίπισσα έχει διατάξει να εκτελεστούν όλοι, αν δεν έχουν ανακαλύψει έως την αυγή το όνομα του ξένου.
Οι τρεις αξιωματούχοι προσπαθούν να δελεάσουν τον πρίγκιπα προσφέροντάς του κορίτσια, πλούτη και δόξα. Αυτός όμως επιμένει. Και τότε οι φρουροί σέρνουν στη σκηνή τον Τιμούρ και τη Λιου. Εμφανίζεται η Τουραντότ και διατάζει να βασανίσουν τη Λιου για να μαρτυρήσει το όνομα του άγνωστου πρίγκιπα. Η Λιου όμως της εξηγεί ότι η αγάπη τής δίνει τη δύναμη να ανθίσταται· μόλις νιώθει τον κίνδυνο να λιγοψυχήσει, αρπάζει ένα στιλέτο από έναν στρατιώτη και αυτοκτονεί. Το πλήθος παραλύει από τρόμο και, μαζί με τον Τιμούρ, συνοδεύουν έξω από τη σκηνή το κορμί του άτυχου κοριτσιού. Όταν μένουν μόνοι τους, ο πρίγκιπας ψέγει την Τουραντότ για το θάνατο της Λιου και συγχρόνως επιμένει ότι ο έρωτας και μόνο ο έρωτας μπορεί να την κάνει ανθρώπινη. Τη φιλάει, και η Τουραντότ του ανταποδίδει το φιλί αλλά γεμίζει αμέσως ντροπή. Παραδέχεται ότι είναι ερωτευμένη μαζί του, τον ικετεύει όμως να φύγει και να την αφήσει. Αντ' αυτού, ο πρίγκιπας της ομολογεί το αληθινό του όνομα: Καλάφ, ο γιος του Τιμούρ· κι έτσι, η ζωή και η τύχη του είναι πια στα χέρια της.
Ξημερώνει. Οι αυλικοί και ο λαός μαζεύονται στην πλατεία για να μάθουν αν η Τουραντότ νίκησε ή νικήθηκε. Εκείνη ανακοινώνει ότι γνωρίζει το όνομα του ξένου, αλλά τη στιγμή που είναι έτοιμη να το αποκαλύψει κοιτάζει τον Καλάφ και, ηττημένη, ψιθυρίζει: «το όνομά του είναι... Έρωτας!». Ο πρίγκιπας Καλάφ ορμάει προς το μέρος της, και καθώς αγκαλιάζονται το χαρούμενο πλήθος ξεσπάει σε έναν ύμνο του έρωτα.